κονσεπτουαλισμός

κονσεπτουαλισμός
ο
(φιλοσ.) η εννοιοκρατία*.
[ΕΤΥΜΟΛ. Λ. ξεν. προελεύσεως, πρβλ. γαλλ. conceptualisme < μσν. λατ. conceptualis < λατ. conceptus «σύλληψη») + -isme].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”